Ο Αντόνιο Ματσάδο
(Αντόνιο Θιπριάνο Χοσέ Μαρία υ Φρανθίσκο ντε Σάντα Άνα Ματσάδο υ Ρουίθ, ισπανικά: Antonio Machado) (26 Ιουλίου 1875 - 22 Φεβρουαρίου 1939) ήταν Ισπανός ποιητής, γεννημένος στη Σεβίλλη. Το πρώιμο έργο του εντάσσεται στο κίνημα του μοντερνισμού και αποτελεί μια από τις δεσπόζουσες μορφές
του ισπανικού λογοτεχνικού κινήματος γνωστού ως η «Γενιά του '98»
(1898).
Ο Αντόνιο γεννήθηκε στη Σεβίλη το 1875 και σπούδασε στην "Ελεύθερη Εκπαιδευτική Σχολή". Χάρη στο πρόγραμμα αυτού του επαναστατικού εκπαιδευτικού μοντέλου, έζησε στη Γαλλία, περιηγήθηκε την Ισπανία και απέκτησε εμπειρίες που διαμόρφωσαν την αρχική ποιητική του σκέψη, κάνοντάς τον να στραφεί στην παράδοση και στα χειροπιαστά προβλήματα της χώρας του. Ζούσε διδάσκοντας γαλλικά. Το 1927 ανακηρύχτηκε μέλος της Ισπανικής Ακαδημίας. Θεωρείται ο καλύτερος εκφραστής της περίφημης "γενιάς του '98", ανακαινιστής του ποιητικού λόγου και δάσκαλος της "γενιάς του '27".
Ζούσε στη Μαδρίτη όταν ξέσπασε ο εμφύλιος. Ακολουθώντας τη συμβουλή φίλων, διέφυγε στη Βαλένθια, απ' όπου έγραφε λόγους και μανιφέστα, αρθρογραφούσε και δημοσίευε ποιήματα σε έντυπα που υπερασπίζονταν τη δημοκρατία. Οταν η έδρα της δημοκρατικής κυβέρνησης μεταφέρθηκε στη Βαρκελώνη, την ακολούθησε. Με την κατάρρευση και της Καταλονίας αποφάσισε να ακολουθήσει το δρόμο της εξορίας.
Ο θάνατος
Τρεις μέρες πριν από την είσοδο των στρατευμάτων του Φράνκο στη Βαρκελώνη, ο Ματσάδο, κουβαλώντας στην πλάτη την υπέργηρη μάνα του, εγκατέλειψε την πόλη. Στα σύνορα με τη Γαλλία το χάος που είχε δημιουργηθεί από οχήματα και πρόσφυγες τους ανάγκασε να αφήσουν τις αποσκευές τους και να συνεχίσουν με τα πόδια, "ανάλαφροι χωρίς αποσκευές / σχεδόν γυμνοί, σαν τα παιδιά της θάλασσας", είχε πει σε ένα ποίημά του(...)
Με τη βοήθεια φίλων φτάνουν στην Κολιούρ. Τους οδηγούν σ' ένα ξενοδοχείο ασφυκτικά γεμάτο από πρόσφυγες. Με κλονισμένη την υγεία από τις σωματικές και ηθικές κακουχίες, βαριά άρρωστος από πνευμονία, χαροπάλεψε δυο μέρες, ώσπου πέθανε στις 22 Φεβρουαρίου 1939. Τρεις μέρες αργότερα τον ακολούθησε η μητέρα του.
Αναμφισβήτητα, ο διχασμός που σφράγισε τους αδελφούς Ματσάδο, που την κρίσιμη στιγμή ακολούθησουν αντίθετους δρόμους, καθρεφτίζει τον διχασμό της ίδιας της Ισπανίας μπροστά στις αλλαγές που προσπάθησε να εφαρμόσει η Β' Δημοκρατία. Ο πόλεμος ανάμεσα στις δυο Ισπανίες "...μιας Ισπανίας που πεθαίνει / και μιας Ισπανίας που χασμουριέται", με τα δικά του, πάλι, λόγια, του εκσυγχρονισμού από τη μια, και εκείνης του στρατού και της εκκλησίας από την άλλη, έληξε με την επικράτηση της δεύτερης (...).
Ο Αντόνιο γεννήθηκε στη Σεβίλη το 1875 και σπούδασε στην "Ελεύθερη Εκπαιδευτική Σχολή". Χάρη στο πρόγραμμα αυτού του επαναστατικού εκπαιδευτικού μοντέλου, έζησε στη Γαλλία, περιηγήθηκε την Ισπανία και απέκτησε εμπειρίες που διαμόρφωσαν την αρχική ποιητική του σκέψη, κάνοντάς τον να στραφεί στην παράδοση και στα χειροπιαστά προβλήματα της χώρας του. Ζούσε διδάσκοντας γαλλικά. Το 1927 ανακηρύχτηκε μέλος της Ισπανικής Ακαδημίας. Θεωρείται ο καλύτερος εκφραστής της περίφημης "γενιάς του '98", ανακαινιστής του ποιητικού λόγου και δάσκαλος της "γενιάς του '27".
Ζούσε στη Μαδρίτη όταν ξέσπασε ο εμφύλιος. Ακολουθώντας τη συμβουλή φίλων, διέφυγε στη Βαλένθια, απ' όπου έγραφε λόγους και μανιφέστα, αρθρογραφούσε και δημοσίευε ποιήματα σε έντυπα που υπερασπίζονταν τη δημοκρατία. Οταν η έδρα της δημοκρατικής κυβέρνησης μεταφέρθηκε στη Βαρκελώνη, την ακολούθησε. Με την κατάρρευση και της Καταλονίας αποφάσισε να ακολουθήσει το δρόμο της εξορίας.
Ο θάνατος
Τρεις μέρες πριν από την είσοδο των στρατευμάτων του Φράνκο στη Βαρκελώνη, ο Ματσάδο, κουβαλώντας στην πλάτη την υπέργηρη μάνα του, εγκατέλειψε την πόλη. Στα σύνορα με τη Γαλλία το χάος που είχε δημιουργηθεί από οχήματα και πρόσφυγες τους ανάγκασε να αφήσουν τις αποσκευές τους και να συνεχίσουν με τα πόδια, "ανάλαφροι χωρίς αποσκευές / σχεδόν γυμνοί, σαν τα παιδιά της θάλασσας", είχε πει σε ένα ποίημά του(...)
Με τη βοήθεια φίλων φτάνουν στην Κολιούρ. Τους οδηγούν σ' ένα ξενοδοχείο ασφυκτικά γεμάτο από πρόσφυγες. Με κλονισμένη την υγεία από τις σωματικές και ηθικές κακουχίες, βαριά άρρωστος από πνευμονία, χαροπάλεψε δυο μέρες, ώσπου πέθανε στις 22 Φεβρουαρίου 1939. Τρεις μέρες αργότερα τον ακολούθησε η μητέρα του.
Αναμφισβήτητα, ο διχασμός που σφράγισε τους αδελφούς Ματσάδο, που την κρίσιμη στιγμή ακολούθησουν αντίθετους δρόμους, καθρεφτίζει τον διχασμό της ίδιας της Ισπανίας μπροστά στις αλλαγές που προσπάθησε να εφαρμόσει η Β' Δημοκρατία. Ο πόλεμος ανάμεσα στις δυο Ισπανίες "...μιας Ισπανίας που πεθαίνει / και μιας Ισπανίας που χασμουριέται", με τα δικά του, πάλι, λόγια, του εκσυγχρονισμού από τη μια, και εκείνης του στρατού και της εκκλησίας από την άλλη, έληξε με την επικράτηση της δεύτερης (...).
Η πορεία του Ματσάδο και η
τραγική διάσταση που σφράγισε το τέλος της ζωής του απεικονίζουν στο έπακρο τον
εθνικό διχασμό που οδήγησε την Ισπανία στο σπαραγμό του εμφυλίου πολέμου.
Οταν ξέσπασε ο πόλεμος δεν δίστασε να ταχθεί με το μέρος των Δημοκρατικών. Με την κατάρρευση του μετώπου του Εβρου, που σήμανε την αρχή της ήττας των δημοκρατικών δυνάμεων και την επικράτηση των πραξικοπηματιών, πήρε το δρόμο της εξορίας. Στην απέναντι όχθη, πίσω στην Ισπανία, ο αδελφός του Μανουέλ, με τον οποίο είχε συνεργαστεί και συνυπογράψει πολλά θεατρικά έργα, είχε προσχωρήσει στις φασιστικές ορδές του Φράνκο, υπέρ των οποίων έγραφε διθυράμβους...
Τον Ματσάδο, ποιητή "όλο αίσθημα και αρμονία", είχε παρουσιάσει στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό ο Νίκος Καζαντζάκης, σε ανύποπτο χρόνο, τον Μάιο του 1933, από τις σελίδες του περιοδικού "Ο Κύκλος". Τα άρθρα που δημοσίευσε, με άλλους έντεκα ποιητές που ανακάλυψε, ανθολόγησε και μετέφρασε για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα, αποτέλεσαν την «Ανθολογία Ισπανικής Λυρικής Ποίησής» του. Παρ' όλο που το υλικό αυτό συγκεντρώθηκε και οργανώθηκε για δίγλωσση έκδοση πριν από δύο χρόνια, για άγνωστους λόγους οι "Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη" δεν έχουν προχωρήσει στην έκδοσή του».
Οταν ξέσπασε ο πόλεμος δεν δίστασε να ταχθεί με το μέρος των Δημοκρατικών. Με την κατάρρευση του μετώπου του Εβρου, που σήμανε την αρχή της ήττας των δημοκρατικών δυνάμεων και την επικράτηση των πραξικοπηματιών, πήρε το δρόμο της εξορίας. Στην απέναντι όχθη, πίσω στην Ισπανία, ο αδελφός του Μανουέλ, με τον οποίο είχε συνεργαστεί και συνυπογράψει πολλά θεατρικά έργα, είχε προσχωρήσει στις φασιστικές ορδές του Φράνκο, υπέρ των οποίων έγραφε διθυράμβους...
Τον Ματσάδο, ποιητή "όλο αίσθημα και αρμονία", είχε παρουσιάσει στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό ο Νίκος Καζαντζάκης, σε ανύποπτο χρόνο, τον Μάιο του 1933, από τις σελίδες του περιοδικού "Ο Κύκλος". Τα άρθρα που δημοσίευσε, με άλλους έντεκα ποιητές που ανακάλυψε, ανθολόγησε και μετέφρασε για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα, αποτέλεσαν την «Ανθολογία Ισπανικής Λυρικής Ποίησής» του. Παρ' όλο που το υλικό αυτό συγκεντρώθηκε και οργανώθηκε για δίγλωσση έκδοση πριν από δύο χρόνια, για άγνωστους λόγους οι "Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη" δεν έχουν προχωρήσει στην έκδοσή του».
Η Γενιά του 1898
Από το 1875 μέχρι
το 1898 κυριάρχησε στην Ισπανία το πρόγραμμα του Antonio Cánovas del Castillo
για την Παλινόρθωση. Όταν η Ισπανία έχασε τις αποικίες το 1898 η κοινωνία
έπρεπε να υποστεί εκτός από τη φτώχεια και την εξαθλίωση, και την ταπεινωτική
ήττα που φάνταζε περιπαικτική μετά την Λαμπρή Επανάσταση του 1868. Οι
διανοούμενοι εγκλωβίστηκαν ανάμεσα στα ιδεώδη της Επανάστασης και της
Παλινόρθωσης και μέσα από ποικίλες κοινωνικοπολιτικές ζυμώσεις προέκυψε η Γενιά
του ’98. Ο Antonio Machado ήταν μέλος της Γενιάς του ’98, μιας ομάδας
συγγραφέων, ποιητών, κριτικών και φιλοσόφων που αναπτύχθηκε στην Ισπανία κατά
τη διάρκεια του Ισπανο-Αμερικανικού Πολέμου (1898). Σκοπός τους ήταν να
αναζωογονήσουν τη χώρα, σε καλλιτεχνικό επίπεδο, και να την ανυψώσουν σε μια
δόξα της υψηλής διανόησης και της λογοτεχνίας, στην οποία η Ισπανία δεν είχε
περιέλθει για αιώνες.Για τους διανοητές της Γενιάς του ’98 ήταν σημαντικό να
ορίσουν την Ισπανία, μέσα στην ιστορία, ως πολιτιστική οντότητα. Οι
διανοούμενοι αυτής της ομάδας διατήρησαν μια σημαντική πνευματική ενότητα,
αντιτάθηκαν στην Παλινόρθωση του Στέμματος, αναβίωσαν λογοτεχνικούς μύθους και
ήρθαν σε σύγκρουση με τα καθιερωμένα και παραδοσιακά λογοτεχνικά είδη. Η
πλειοψηφία των έργων τους γράφτηκε μετά το 1910 και σε γενικές γραμμές
αναφέρονται στο ριζοσπαστισμό και την επανάσταση. Η σημερινή κριτική για την
Γενιά του ’98 υποστηρίζει ότι η ομάδα χαρακτηριζόταν από έναν υπερανεπτυγμένο
εγωισμό, αισθήματα ματαίωσης, ειδικά για την σύγχρονη τους Ισπανία, από την
νέο-ρομαντική μεγαλοποίηση της ατομικότητας, σύμφωνα με τα πρότυπα των
Ευρωπαϊκών καλλιτεχνικών κινημάτων. Από την άλλη μεριά, οι αριστεροί
επαναστατικοί συγγραφείς της δεκαετίας του 1930 ισχυρίζονται ότι η αρνητική
ανάγνωση της Γενιάς του ’98 οφείλεται στην ιδεολογική αδιαφορία των κριτικών
για τους επαναστάτες.
Εκτός από τον Antonio Machado y Ruiz, διάσημοι εκπρόσωποι της υπήρξαν οι Azorín (José Martínez Ruiz), Pío Baroja, Vicente
Blasco Ibáñez, Manuel Machado y Ruiz,
Valle-Inclán, José Ortega y Gasset και Ramón Pérez de
Ayala.
Ο Ισπανικός
Εμφύλιος, ο οποίος διήρκεσε από τις 17 Ιουλίου 1936 μέχρι την 1 Απριλίου 1939, ήταν ο πόλεμος μεταξύ των Ισπανών Εθνικιστών υπό την καθοδήγηση του πραξικοπηματία στρατηγού
Φρανθίσκο Φράνκο και των Δημοκρατικών Ισπανικών Δυνάμεων που καθοδηγούνταν από τον
Πρόεδρο της 2ης Ισπανικής Δημοκρατίας Μανουέλ Αθάνια. Νικήτριες αναδείχθηκαν οι δυνάμεις
του Φράνκο μετά από φριχτές σφαγές κατά αμάχων και ένοπλων τμημάτων της νόμιμης
κυβέρνησης. Οι Δημοκρατικοί εφοδιάζονταν με όπλα και εθελοντές που προέρχονταν
από την ΕΣΣΔ και την Κομμουνιστική Διεθνή. Η βοήθεια πάντως αυτή
δεν ήταν συνεχής και σταμάτησε περί το 1938 όταν η ΕΣΣΔ άρχισε να αλλάζει τη
διπλωματική τακτική της και να ευνοεί μια μελλοντική συμμαχία με τον Χίτλερ.
Κάπου 250 Έλληνες εθελοντές πολέμησαν στην Ισπανία. Οι εθνικιστές υποστηρίζονταν από την Φασιστική Ιταλία και την Ναζιστική Γερμανία οι οποίοι προσέφεραν συνεχώς και αδιάλειπτα το
καλλίτερο ως τότε πολεμικό υλικό στον κόσμο και πολεμικά σώματα ελίτ , όπως η
γερμανική Λεγεώνα Κόνδωρ και τα
«Ιταλικά Εθελοντικά Σώματα» που συχνά ενεργούσαν αυτόνομα στην πρώτη γραμμή του
πυρός. Ήταν αυτή ακριβώς η βοήθεια που επέτρεψε στους εθνικιστές να φτάσουν στην τελική νίκη.Το πολιτικό εύρος
των Δημοκρατικών Δυνάμεων ήταν μεγάλο, από Φιλελεύθερους αστούς μέχρι Κομμουνιστές και Αναρχικούς επαναστάτες. Η κύρια δύναμή τους βρισκόταν στις
αστικές και βιομηχανικές περιοχές, όπως η Αστούριας και η Καταλωνία, αλλά είχαν επίσης ισχυρά ερείσματα στους
ακτήμονες. Μαζί τους τάχτηκαν και η εθνικιστική κυβέρνηση των Βάσκων
αυτονομιστών.Αντίθετα οι Εθνικιστικές Δυνάμεις είχαν περισσότερα
ερείσματα στις αγροτικές περιοχές και στις ανώτερες και πλούσιες τάξεις. Βάση
τους ήταν και η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία της Ισπανίας αλλά και
απλοί κακοποιοί που πολεμούσαν έμισθα. Αν και ο πόλεμος κράτησε 3 χρόνια, οι
βιαιότητες στη χώρα είχαν ξεκινήσει καιρό πριν. Ο αριθμός των θυμάτων είναι
αμφισβητήσιμος και κυμαίνεται από 300.000 μέχρι 1.000.000 ανθρώπους. Πολλοί από
αυτούς τους θανάτους οφείλονται σε μαζικές εκτελέσεις κατά συντριπτική
πλειοψηφία από το στρατό του Φράνκο. Ο πόλεμος άρχισε με τη στάση του Φράνκο
και άλλων στρατιωτικών εναντίον της νόμιμης κυβέρνησης με αποτέλεσμα ξεσηκωμούς
σε όλη την Ισπανία και τις αποικίες όπου οι Δημοκρατικοί εξεγείρονταν εναντίον
της Εκκλησίας που τη θεωρούσαν φορέα της παλαιάς τάξης
πραγμάτων.
Στη διάρκεια αυτών
των εξεγέρσεων θανατώθηκαν 12 Αρχιεπίσκοποι, 238 Μοναχές 2.365 Μοναχοί και 4.184 Ιερείς. Μεγαλοϊδιοκτήτες και βιομήχανοι έγιναν επίσης στόχοι
επιθέσεων. Κατά τη διάρκεια του πολέμου οι Εθνικιστές οργάνωσαν μεγάλο
πρόγραμμα δολοφονίας, βιασμού και βασανισμού πολιτικών αντιπάλων του Φρανθίσκο Φράνκο.
Κατά τη διάρκεια
του εμφυλίου πολέμου η Γερμανική ναζιστική αεροπορία (Luftwaffe) και η
αντίστοιχη Ιταλική βομβάρδισαν πολλές πόλεις και χωριά. Ανάμεσα τους και τη
βασκική πόλη Γκερνίκα
(Guernica/Gernika), την οποία ισοπέδωσαν στις 26 Απριλίου 1937 σκοτώνοντας μόνο αμάχους. Ο Πάμπλο Πικάσσο, συγκλονισμένος από τη φρίκη της
καταστροφής, ζωγράφισε τον ομώνυμο διάσημο πίνακά του και τον εξέθεσε για
πρώτη φορά στο ισπανικό περίπτερο της Διεθνούς Έκθεσης του Παρισιου του 1937. Ο
πίνακας έγινε σύμβολο διαμαρτυρίας ενάντια στη βία και τον πόνο του πολέμου και
του φασισμού.
LA
SAETA
Dijo una voz popular:
Quién me presta una escalera
para subir al madero
para quitarle los clavos
a Jesús el Nazareno?
Oh, la saeta, el cantar
al Cristo de los gitanos
siempre con sangre en las manos
siempre por desenclavar.
Cantar del
pueblo andaluz
que todas las primaveras
anda pidiendo escaleras
para subir a la cruz.
Cantar de la tierra mía
que echa flores
al Jesús de la agonía
y es la fe de mis mayores
!Oh, no eres tú mi cantar
no puedo cantar, ni quiero
a este Jesús del madero
sino al que anduvo en la mar!.
Poema Caminante No Hay Camino de Antonio Machado
Todo pasa y todo queda,pero lo nuestro es pasar,
pasar haciendo caminos,
caminos sobre el mar.
Nunca persequí la gloria,
ni dejar en la memoria
de los hombres mi canción;
yo amo los mundos sutiles,
ingrávidos y gentiles,
como pompas de jabón.
Me gusta verlos pintarse
de sol y grana, volar
bajo el cielo azul, temblar
súbitamente y quebrarse…
Nunca perseguí la gloria.
Caminante, son tus huellas
el camino y nada más;
caminante, no hay camino,
se hace camino al andar.
Al andar se hace camino
y al volver la vista atrás
se ve la senda que nunca
se ha de volver a pisar.
Caminante no hay camino
sino estelas en la mar…
Hace algún tiempo en ese lugar
donde hoy los bosques se visten de espinos
se oyó la voz de un poeta gritar
“Caminante no hay camino,
se hace camino al andar…”
Golpe a golpe, verso a verso…
Murió el poeta lejos del hogar.
Le cubre el polvo de un país vecino.
Al alejarse le vieron llorar.
“Caminante no hay camino,
se hace camino al andar…”
Golpe a golpe, verso a verso…
Cuando el jilguero no puede cantar.
Cuando el poeta es un peregrino,
cuando de nada nos sirve rezar.
“Caminante no hay camino,
se hace camino al andar…”
Golpe a golpe, verso a verso.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου